Τα χρόνια 1901 – 1904 το επαναστατικό κίνημα στη Ρωσία δυναμώνει. Σε αυτές τις συνθήκες συγκαλείται στο εξωτερικό, στην αρχή στις Βρυξέλλες και μετά τις διώξεις της βελγικής αστυνομίας στο Λονδίνο, το δεύτερο συνέδριο του ΡΣΔΕΚ.

Το δεύτερο συνέδριο του ΡΣΔΕΚ είναι η ληξιαρχική πράξη γέννησης του μπολσεβίκικου κόμματος. Πριν το συνέδριο είχε προηγηθεί μια τιτάνια προσπάθεια του Λένιν να απαντηθούν οι διαστρεβλώσεις που επέφερε ο οικονομισμός στους ρώσους σοσιαλδημοκράτες. Βασικό όπλο στον αγώνα αυτό έπαιξε η μπροσούρα «Τι να κάνουμε». Εκτός από την πολεμική ενάντια στους οικονομιστές, στο «Τι να κάνουμε» θεμελιώθηκε η αναγκαιότητα μιας πανρωσικής εφημερίδας ως πολιτικού και οργανωτικού ιστού του κόμματος.

Το πρόγραμμα που ψηφίστηκε ήταν η πρόταση των λεγόμενων ισκριστών. Αντιπαράθεση έγινε και στο ζήτημα του καταστατικού. Ποιος πρέπει να είναι μέλος του κόμματος και τι πρέπει να είναι το κόμμα από οργανωτική άποψη;

Η διατύπωση του Λένιν έλεγε ότι μέλος του κόμματος πρέπει να είναι όποιος παραδέχεται το πρόγραμμά του, υποστηρίζει το κόμμα και ανήκει σε μία από τις οργανώσεις του. Η διατύπωση του Μαρτόφ, αντιπάλου του Λένιν, θεωρούσε ότι δεν είναι αναγκαία για ένα μέλος του κόμματος η συμμετοχή σε μία από τις οργανώσεις του. Ο Λένιν με τη συγκεκριμένη του διατύπωση έθετε τις βάσεις για ένα κόμμα πειθαρχημένο, μαχητικό, οργανωμένο απόσπασμα του προλεταριάτου. Ο Μάρτοφ αντίθετα, έβλεπε το κόμμα σαν κάτι οργανωτικά αδιαμόρφωτο, χαλαρό και χωρίς πειθαρχία. Την πλειοψηφία στο συγκεκεκριμένο θέμα κέρδισε ο Μάρτοφ, ωστόσο στην ψηφοφορία για την εκλογή του κεντρικού οργάνου του κόμματος, υπερίσχυσε ο Λένιν.

Έτσι δημιουργήθηκαν οι μπολσεβίκοι (οι άνθρωποι της πλειοψηφίας) και οι μενσεβίκοι (οι άνθρωποι της μειοψηφίας). Το σοσιαλδημοκρατικό κόμμα διασπάστηκε (αν και ο οργανωτικός διαχωρισμός έγινε αρκετά αργότερα) πάνω σε ένα καταστατικό ζήτημα που όμως ήταν καθοριστικό και αποδείχθηκε πρωτεύον. Ο χαρακτήρας του κόμματος, αν δηλαδή θα είναι ένα οργανωμένο, πειθαρχημένο σύνολο επαναστατών μέσα στις μάζες, αλλά με συνείδηση του ιδιαίτερου ρόλου τους, ήταν ο κρίσιμος κρίκος που έκρινε την εξέλιξη της ρώσικης επανάστασης.