Στη συνεδρίαση της ΚΕ που κράτησε απο τις 6 ως τις 9 του Απρίλη του 1926, ο Τρότσκι, ο Κάμενεφ
και ο Ζινόβιεφ υιοθέτησαν ταυτόσημη στάση. Παρευρέθηκαν σε ιδιωτικές φραξιονιστικές συζητήσεις και εγκρίναν ένα κείμενο 22 σελίδων, υπογραμμένο και από άλλα στελέχη του κόμματος, ανάμεσα στα οποία οι Κρούπσκαγια, Σμίλγκα, Λασέβιτς, Σοκόλνικοφ, Πιατακόφ, Μουράλοφ, Γιόφφε, Κρεστίνσκι, Ράντεκ, Ρακόφσκυ κ.α. H αντιπολίτευση ήταν και η ίδια διχασμένη ανάμεσα στην αναγκαιότητα της ενότητας και της πειθαρχίας του κόμματος και στην οργάνωση μιας φραξιονιστικής δουλειάς, αντίθετης στις κατηγορηματικές αποφάσεις του 10ου συνεδρίου.

Η αντιπολίτευση πολεμούσε την ιδέα του «σοσιαλισμού σε μια μόνη χώρα», αλλά μέσα στην κατάσταση της ΕΣΣΔ και του κόσμου στα 1926, δεν μπορούσε παρά να τη δεχτεί στη πράξη, γιατί καμιά άλλη πολιτική δεν ήταν δυνατή. Πρακτικά απαιτούσε μέτρα ενάντια στους κουλάκους και μια πιο γρήγορη εκβιομηχάνιση.

Στη σύνοδό της, από τις 14 ως τις 23 του Ιούλη 1926, η ΚΕ του κόμματος απέρριψε την πλατφόρμα της αντιπολίτευσης και τη κατηγόρησε για φραξιονιστική δράση. Ο Ζηνόβιεφ καθαιρέθηκε από το Πολίτμπιουρο.

Στις 22 Οκτώβρη του 1926, την μέρα της έναρξης της 15ης Συνδιάσκεψης του κόμματος, η ΚΕ αποφάσισε την απομάκρυνση του Τρότσκι από το Πολίτμπιουρο και αφαίρεσε από το Ζινόβιεφ τη θέση του αντιπροσώπου του κόμματος στην Εκτελεστική επιτροπή της Κομμουνιστικής Διεθνούς.

Το κόμμα ήταν μαζικά ενάντια της αντιπολίτευσης και αυτό έπειτα από πολλές συζητήσεις. Στη Μόσχα από τα 53.208 μέλη του κόμματος που παρευρίσκονταν στις συνελεύσεις, 75 (δηλ. 0,14%) ψήφισαν υπέρ της αντιπολίτευσης. Στο Λένινγκραντ, από τους 34.180 συντρόφους που έλαβαν μέρος στις συσκέψεις, η αντιπολίτευση δεν πήρε παρά 325 ψήφους (δηλ. 0.9%). Στα 750.000 μέλη του κόμματος, μόνο 8.000 (κατά τους αισιόδοξους υπολιγισμούς του Τρότσκι) υποστήριξαν την αντιπολίτευση.

Στις θέσεις που είχε υποβάλλει στη 15η Συνδιάσκεψη, όπως και στην εισήγησή του, ο Στάλιν επέμεινε στη δυνατότητα νίκης του σοσιαλισμού σε μια μόνη χώρα και θύμισε παλαιότερες αποφάσεις του κόμματος που μίλαγαν είτε για τον κίνδυνο της παθητικότητας, είτε για τον κίνδυνο της εθνικιστικής αναδίπλωσης.

«Ο τροτσκισμός, αντίθετα αρνείται τη δυνατότητα νίκης του σοσιαλισμού σε μια μόνη χώρα, πάνω στη βάση των εσωτερικών  δυνάμεων της επανάστασής μας… Από δω εκπηγάζει επίσης τούτο το αναμφισβήτητο γεγονός, οτι η Επανάστασή μας είναι μια σοσιαλιστική επανάσταση, ότι δεν είναι μόνο ένα σύνθημα, ένα ερέθισμα, ένα σημείο εκκίνησης, της παγκόσμιας επανάστασης, αλλά ακόμα μια αναγκαία και ικανή βάση για τη πλήρη ανάπτυξη της σοσιαλιστικής κοινωνίας στη χώρα μας… Αλλά μπορούμε να αποκαλέσουμε αυτή τη νίκη μια νίκη τελειωτική, πλέρια; Όχι δε μπορούμε… δε ζούμε σ’ ένα νησί, ζούμε μέσα σ΄ένα καπιταλιστικό περίγυρο… Γι’ αυτό, για να κάνουμε τη νίκη οριστική, για να νικήσουμε ολοκληρωτικά, πρέπει να πετύχουμε να αντικατασταθεί ο τωρινός καπιταλιστικός περίγυρος από ένα σοσιαλιστικό, πρέπει να τα καταφέρουμε ώστε το προλεταριάτο να νικήσει το λιγότερο σε μερικές χώρες»…

Ο Στάλιν υπενθύμισε ακόμη το κείμενο της απόφασης της 14ης Συνδιάσκεψης του κόμματος, που υιοθετήθηκε το Γενάρη του 1925 με πρόταση του Ζηνόβιεφ:

«Με τη δοσμένη διεθνή κατάσταση, δύο κίνδυνοι μπορούν να απειλούν το Κόμμα μας αυτή τη περίοδο: 1) Η τάση για παθητικότητα, παρέκκλιση που προκαλείται απο μια υπερτίμηση της σταθερότητας του καπιταλισμού που σημειώθηκε σε μερικές χώρες, και του αργού ρυθμού της διεθνούς επανάστασης. Η απουσία μιας επαρκούς ώθησης για ενεργητική και συστηματική δουλειά στην οικοδόμηση της σοσιαλιστικής κοινωνίας μέσα στη Σοβιετική ένωση σε πείσμα του αργού ρυθμού της διεθνούς επανάστασης. 2) Παρέκκλιση στενού εθνικιστικού χαρακτήρα που συνίσταται στη λήθη των υποχρεώσεων που είναι σύμφυτες στους διεθνιστές προλεταρίους, στην ασυνείδητη υποτίμηση του χαρακτήρα της στενής εξάρτησης των πεπρωμένων της ΕΣΣΔ από τη διεθνή προλεταριακή επανάσταση, ακόμα και μέσα απο την αργή της ανάπτυξη, ανικανότητα κατανόησης του γεγονότος ότι όχι μόνο το διεθνές επαναστατικό κίνημα απαιτεί την ύπαρξη, τη στερέωση και την ενίσχυση της εξουσίας του πρώτου στο κόσμο προλεταριακού κράτους, αλλά και ότι η δικτατορία του προλεταριάτου στη Σοβιετική Ένωση έχει άλλο τόσο ανάγκη την υποστήριξη του διεθνούς προλεταριάτου».

Οι θέσεις του Στάλιν ψηφίστηκαν ομόφωνα (οι αντιπολιτευόμενοι δεν είχαν αντιπροσώπους με δικαίωμα ψήφου). Ανάμεσα στη 15η Συνδιάσκεψη του κόμματος και το 15ο Συνέδριο που συγκλήθηκε ένα χρόνο μετά, ο αγώνας μεταξύ της ΚΕ και της αντιπολίτευσης συνεχίστηκε με ιδιαίτερη ένταση.

Στις αρχές του Αυγούστου 1927, η ΚΕ ψήφισε μια απόφαση με την οποία καθαίρεσε από τις γραμμές της τον Τρότσκι και το Ζηνόβιεφ, αλλά οι τελευταίοι έκαναν μια δήλωση άνευ όρων υποταγής. Τούτη η δήλωση επέτρεψε στη πλειοψηφία του Πολιτικού Γραφείου να αποσύρει την καθαίρεση.

Στις 27 του Σεπτέμβρη, ο Τρότσκι διαγράφτηκε από την Εκτελεστική Επιτροπή της Κομμουνιστικής Διεθνούς. Η αντιπολίτευση αποφάσισε να οργανώσει συγκεντρώσεις.

Στις 7 του Νοέμβρη 1927, οι αντιπολιτευόμενοι επιχείρησαν, χωρίς μεγάλη επιτυχία, να οργανώσουν στη Μόσχα και το Λένινγκραντ χωριστές παρελάσεις για τη 10η επέτειο της επανάστασης.

Στις 14 Νοέμβρη, η ΚΕ αποφάσιζε να διαγράψει απο το κόμμα τον Τρότσκι και το Ζηνόβιεφ, και από τη Κεντρική Επιτροπή τους Κάμενεφ, Σμίλγκα, Ρακόφσκι και Ευδοκίμοφ, ενώ πολλά άλλα στελέχη διαγράφτηκαν από τη Κεντρική Επιτροπή Ελέγχου.

Στις 16 Νοέμβρη αυτκτόνησε ο Γιόφφε σε ένδειξη διαμαρτυρίας για τις διαγραφές. Η κηδεία του, στο νεκροταφείο του Νοβοντιέβιτσι, ήταν η τελευταία δημόσια εκδήλωση της αντιπολιτευσης στην ΕΣΣΔ.

Το Δεκέμβρη του 1927, το 15ο Συνέδριο επικύρωσε τις αποφάσεις της ΚΕ και τις επέκτεινε και σε άλλα στελέχη: Διαγράφτηκαν οι Ρακόφσκι, Κάμενεφ, Σμίλγκα, Λασέβιτς, Ράντεκ, Πιατάκοφ. Συνολικά 75 άτομα. Γιατί δεν υπήρχε θέση για ένα δεύτερο κόμμα. Όπως τόνισε ο Κάμενεφ στο Συνέδριο, έπρεπε:

«ή να φτιάξουμε ένα δεύτερο κόμμα, πράγμα που θα σήμαινε την κατάρευση της Επανάστασης, ή να υποταχθούμε ολοκληρωτικά και χωρίς καμιά επιφύλαξη στο κόμμα, να συνθηκολογήσουμε άνευ όρων».

Το δεύτερο έπραξαν ο Ζηνόβιεφ και ο Κάμενεφ, κι αυτό είναι που αρνήθηκε να κάνει ο Τρότσκι. Εξόριστος με την οικογένειά του από τις 18 Γενάρη του 1928 στην Άλμα-Άτα της κεντρικής Ασίας, έμεινε εκεί μέχρι το Φλεβάρη του 1929, οπότε εκδιώχθηκε από τη Σοβιετική Ένωση.