Οι κατευθύνσεις και οι πρώτες αποφάσεις της επανάστασης στον τομέα της παιδείας

Ο Οχτώβρης του 1917 έφερε τους μπολσεβίκους στην εξουσία σε μια χώρα που τα εκατομμύρια των λαϊκών μαζών ήταν βυθισμένα στα σκοτάδια της αμάθειας και της καθυστέρησης. Βασική προϋπόθεση για το στέριωμα και το προχώρημα της επανάστασης ήταν το ανέβασμα του πολιτιστικού και μορφωτικού επιπέδου του λαού, η προετοιμασία των μαζών για τη σοσιαλιστική οικοδόμηση. Καθήκον ζωτικής σημασίας για τον Λένιν και τους μπολσεβίκους ήταν η εξαπόλυση μιας πολιτιστικής επανάστασης που θα αναδιαπαιδαγωγούσε μέσα σε μακρόχρονη πάλη τα εκατομμύρια σοβιετικών πολιτών για να απαλλαγούν από τις παλιές συνήθειες και παραδόσεις που κληροδότησε το παλιό καθεστώς, να μάθουν τον κομμουνισμό, να είναι σε θέση να μετέχουν στη διακυβέρνηση του κράτους. Να γίνει μια βαθιά επανάσταση στην ιδεολογία και τις συνειδήσεις, να αναπτυχθεί και να καταχτηθεί η επιστήμη και η τεχνική σαν βασικός παράγοντας για το ανέβασμα των παραγωγικών δυνάμεων και το σοσιαλιστικό μετασχηματισμό.

Το καθήκον της νεολαίας είναι να μαθαίνει, έλεγε ο Λένιν, και να μαθαίνει τον κομμουνισμό.

«Δεν θα πιστεύαμε στη διδασκαλία, στη διαπαιδαγώγηση και στη μόρφωση, αν περιοριζόταν μόνο στο σχολειό και ήταν αποσπασμένη από τη θυελλώδη ζωή… Το δικό μας σχολειό όμως πρέπει να δώσει στη νεολαία τις βάσεις της γνώσης, την ικανότητα να επεξεργάζονται τα ίδια τα νιάτα τις κομμουνιστικές απόψεις, πρέπει να τα κάνει μορφωμένους ανθρώπους».

Με το ξέσπασμα της Οχτωβριανής Επανάστασης, η εξάλειψη του αναλφαβητισμού και η ολόπλευρη μόρφωση των λαϊκών μαζών αποτέλεσε πρωταρχικό καθήκον.

Στο πρώτο διάταγμα της επανάστασης για την παιδεία (Α. Λουνατσάρσκι, με ημερομηνία 29/10/1917), αναφέρονται οι βασικές κατευθύνσεις και στόχοι της εκπαίδευσης:

«Σε χώρα όπου βασιλεύει η αγραμματοσύνη και η αμορφωσιά, κάθε πραγματικά δημοκρατική εξουσία, στον τομέα της παιδείας πρώτο σκοπό της πρέπει να βάζει την πάλη ενάντια σ’ αυτό το σκοτάδι. Πρέπει να πετύχει σε συντομότερο χρονικό διάστημα τη γενική μόρφωση με την οργάνωση διχτύου σχολείων που να ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις της σύγχρονης παιδαγωγικής και την εισαγωγή της γενικής υποχρεωτικής και δωρεάν φοίτησης, και μαζί μ’ αυτά την οργάνωση σειράς διδασκαλείων και σεμιναρίων που θα έδιναν όσο το δυνατό γρηγορότερα μια ισχυρή στρατιά λαϊκών παιδαγωγών, απαραίτητη για τη γενική εκπαίδευση του πληθυσμού της απέραντης Ρωσίας».

Στο διάταγμα υπογραμμίζεται η διαφορά μεταξύ εκπαίδευσης και μόρφωσης, η σχολική δουλειά ανατίθεται στην τοπική αυτοδιοίκηση, ενώ προβλέπεται πλήρης αυτονομία για την εκπαιδευτική δουλειά των εργατικών, αγροτικών και στρατιωτικών εκπολιτιστικών οργανώσεων. Ανατίθεται σε κρατική επιτροπή η επεξεργασία θέσεων για την πλήρη αναδιοργάνωση της λαϊκής εκπαίδευσης και προβλέπεται η βελτίωση της υλικής θέσης των δασκάλων.

Το Γενάρη του 1918 δημοσιεύτηκε διάταγμα που πρόβλεπε το χωρισμό της εκκλησίας από το κράτος και του σχολείου από την εκκλησία και τον Ιούνη του 1918 διάταγμα που πρόβλεπε να παραδοθούν στο Λαϊκό Επιτροπάτο Παιδείας τα σχολεία κάθε τύπου και τα ιδρύματα προσχολικής αγωγής και εξωσχολικής μόρφωσης. Παράλληλα, αντικείμενο επεξεργασίας ήταν οι θέσεις για τη δημιουργία ενιαίου σχολείου εργασίας δύο βαθμίδων, που να συνδέει την εκπαίδευση με την κοινωνική παραγωγική εργασία.

Θεωρώντας την ανάπτυξη της επιστήμης και της τεχνικής σαν καθοριστικό παράγοντα για τη σοσιαλιστική οικοδόμηση, υπήρχε φροντίδα για την τεχνική κατάρτιση ειδικευμένων εργατών και μηχανικών για όλους τους τομείς της παραγωγής.

Έτσι, τον Αύγουστο του 1918 δημιουργούνται τα ραμπφάκ, εργατικά πανεπιστήμια με στόχο τη γρήγορη κατάρτιση τεχνικών στελεχών. Οι σπουδαστές τους προτείνονταν από τα συνδικάτα και τα σοβιέτ των χωριών και έπρεπε να είναι εγγράμματοι και να έχουν στοιχειώδεις γνώσεις, και να έχουν δουλέψει τουλάχιστον 3 χρόνια. Οι σπουδές ήταν 3ετείς και περιλάμβαναν πρακτική και θεωρητική κατάρτιση, και μαθήματα πολιτικής οικονομίας και ιστορικού υλισμού. (1924 – 35350 σπουδαστές)

Το 1919 (Δεκέμβρης) ψηφίστηκε διάταγμα για την εξάλειψη του αναλφαβητισμού που πρόβλεπε πως όλος ο πληθυσμός από 8 μέχρι 50 ετών πρέπει να παρακολουθήσει υποχρεωτικά μαθήματα γραφής και ανάγνωσης. Για το σκοπό αυτό στους εργάτες παραχωρούνταν δύο ώρες την ημέρα που αφαιρούνταν από τις ώρες δουλειάς. Το επιτροπάτο παιδείας μπορούσε να επιτάξει όποιο κτίριο έκρινε απαραίτητο για να στεγαστούν αυτά τα μαθήματα.

Στο πρόγραμμα του κόμματος που ψηφίστηκε στο 8ο συνέδριο το 1919, αναφέρεται σαν αρχή της λαϊκής παιδείας «να μετατραπούν τα σχολεία από όπλα ταξικής κυριαρχίας σε όπλα για την ολοκληρωτική κατάργηση του χωρισμού της κοινωνίας σε τάξεις, σε όπλα για την κομμουνιστική αναγέννηση της κοινωνίας» και καθορίζονται σαν βασικές αρχές: η εφαρμογή της δωρεάν και υποχρεωτικής γενικής και πολυτεχνικής (που να γνωρίζει θεωρητικά και πρακτικά όλους τους βασικούς κλάδους της παραγωγής) εκπαίδευσης για όλα τα παιδιά και των δύο φύλων μέχρι 16 χρονών, η διδασκαλία στη μητρική γλώσσα των διάφορων εθνοτήτων (κάτι που απαγορευόταν στην προεπαναστατική Ρωσία, ενώ κάποιες γλώσσες δεν είχαν καν γραφή), η συνδιδασκαλία αγοριών και κοριτσιών, ο απόλυτος χωρισμός του σχολείου από την εκκλησία, η εφαρμογή της στενής σύνδεσης της εκπαίδευσης με την κοινωνική παραγωγική δουλειά, η εξασφάλιση όλων των μαθητών με τροφή, ενδυμασία και σχολικά είδη, το δυνάμωμα της ζύμωσης και προπαγάνδας μέσα στο διδακτικό προσωπικό, η κατάρτιση νέων δασκάλων που να είναι διαποτισμένοι με τις ιδέες του κομμουνισμού, η προσέλκυση του εργαζόμενου πληθυσμού για να συμμετέχει δραστήρια στο έργο της παιδείας.

Για την ανώτατη εκπαίδευση το πρόγραμμα αναφέρει:

«Ν’ ανοίξουν πλατιά οι πόρτες στις αίθουσες διδασκαλίας των ανώτατων σχολών σε όσους επιθυμούν να σπουδάσουν και κυρίως στους εργάτες, …να εξαφανιστούν όλα τα εμπόδια ανάμεσα στις ζωντανές δυνάμεις της επιστήμης και των από καθέδρας επιστημόνων, να εξασφαλιστεί υλική ενίσχυση στους σπουδαστές, με σκοπό να δοθεί η έμπρακτη δυνατότητα στους προλετάριους και στους αγρότες να επωφεληθούν από την ανώτατη εκπαίδευση».

Το παλιό σχολειό έπρεπε να σαρωθεί σαν όργανο ταξικής κυριαρχίας, ξεχωρίζοντας όμως απ’ αυτό «εκείνο που ήταν απαραίτητο για τον καπιταλισμό κι εκείνο που είναι απαραίτητο για τον κομμουνισμό» και αντικαθιστώντας «τον παλιό τρόπο διδασκαλίας, τον παλιό παπαγαλισμό, την παλιά μηχανική πειθαρχία», με την ικανότητα να αποκτηθεί όλο το σύνολο των ανθρώπινων γνώσεων, με τέτοιο τρόπο ώστε ο κομμουνισμός να είναι αποτέλεσμα σκέψης κι όχι κάτι που μαθαίνεται «απέξω», «να είναι εκείνα τα συμπεράσματα που είναι αναπόφευκτα από την άποψη της σύγχρονης μόρφωσης».

Η εκπαίδευση έπρεπε να έχει πολυτεχνικό χαρακτήρα με στόχο να διαμορφώνει ανθρώπους που να έχουν πλατιά και βαθιά γνώση της κοινωνίας, των φυσικών επιστημών και της παραγωγικής διάρθρωσης. Επειδή ακριβώς η σοσιαλιστική οικοδόμηση ήταν έργο και υπόθεση όλων των σοβιετικών πολιτών, έπρεπε αυτοί οι πολίτες να γνωρίζουν θεωρητικά και πραχτικά το σύνολο των κλάδων της παραγωγής, τη σχέση μεταξύ τους, τη σημασία τους για τη σοβιετική οικονομία και τις προτεραιότητες αυτής της οικονομίας.

Σαν βήματα για το πέρασμα στην πολυτεχνική μόρφωση θεωρούνταν: οι επισκέψεις των μαθητών σε ηλεκτροσταθμούς όπου θα παρακολουθούσαν μια σειρά διαλέξεων με πειράματα και μια σειρά πραχτικών εργασιών, αντίστοιχες επισκέψεις σε κάθε καλά οργανωμένο σοβχόζ και σε κάθε καλά οργανωμένο εργοστάσιο, η κινητοποίηση και συμβολή όλων των μηχανικών, των γεωπόνων και των ειδικών των φυσικών επιστημών, η οργάνωση μικρών μουσείων πολυτεχνικής μόρφωσης, ενώ το σχέδιο εξηλεκτρισμού της χώρας θα διδασκόταν σε όλα τα σχολεία.

Απευθυνόμενος στο 3ο συνέδριο της Κομμουνιστικής Ένωσης Νεολαίας της Ρωσίας το 1920, ο Λένιν αναφέρει:

«Μπροστά σας μπαίνει το καθήκον της οικονομικής αναγέννησης όλης της χώρας, της αναδιοργάνωσης, της ανόρθωσης και της γεωργίας και της βιομηχανίας πάνω σε σύγχρονη τεχνική βάση, που στηρίζεται στη σύγχρονη επιστήμη, στην τεχνική, στον ηλεκτρισμό. Καταλαβαίνετε πολύ καλά ότι τον ηλεκτρισμό δεν μπορούν να τον κάνουν άνθρωποι αγράμματοι και ότι εδώ δεν είναι αρκετές μόνο οι απλές γραμματικές γνώσεις. Εδώ δεν φτάνει να καταλαβαίνεις τι είναι ηλεκτρισμός. Πρέπει να ξέρεις πώς να τον εφαρμόζεις τεχνικά και στη βιομηχανία και στη γεωργία και στους χωριστούς κλάδους της βιομηχανίας και της γεωργίας. Πρέπει να το μάθεις αυτό ο ίδιος, πρέπει να το διδάξεις σε όλη την εργαζόμενη γενιά».

Στο έργο αυτής της πολιτιστικής επανάστασης, πέρα από το ξερίζωμα αντιλήψεων και συνηθειών αιώνων και τη ριζική τροποποίηση της συνείδησης και της ιδεολογίας των λαϊκών μαζών, οι μπολσεβίκοι είχαν να αντιμετωπίσουν και μια σειρά πραχτικά εμπόδια και δυσκολίες, που είχαν να κάνουν με το ότι η πλειοψηφία των δασκάλων και γενικότερα της διανόησης στέκονταν εχθρικά απέναντι στη σοβιετική εξουσία. Έπρεπε επομένως, οι μπολσεβίκοι αφενός μεν να στηριχτούν αναγκαστικά σ’ αυτούς τους αστούς διανοούμενους και ειδικούς, και αφετέρου να προσπαθήσουν να τους αναδιαπαιδαγωγήσουν και να τους κερδίσουν και παράλληλα να ετοιμάσουν μια νέα γενιά κομμουνιστών διανοούμενων και ειδικών.

Από το πρώτο κιόλας διάταγμα της επανάστασης για την παιδεία υπάρχει μέριμνα για τη βελτίωση της θέσης των δασκάλων, και ο Λένιν θεωρεί τη βελτίωση της υλικής κατάστασης των δασκάλων σαν «το κύριο, το κύριο και το κύριο», ενώ δίνεται ιδιαίτερη σημασία στη συστράτευση όλο και περισσότερων δασκάλων στην υπόθεση του σοσιαλισμού.

«Η επιτυχία της δουλειάς του κομμουνιστή που δρα στον τομέα της δημόσιας εκπαίδευσης, πρέπει να μετριέται πριν απ’ όλα με το πώς είναι οργανωμένη η δουλειά της προσέλκυσης των ειδικών, με την ικανότητα να τους ανακαλύπτει, με την ικανότητα να τους χρησιμοποιεί, με την ικανότητα να πραγματοποιεί τη συνεργασία του ειδικού-παιδαγωγού και του κομμουνιστή-καθοδηγητή, με την ικανότητα να ελέγχει τι ακριβώς και σε τι βαθμό πραγματοποιείται στη ζωή… Αν όμως και στο μέλλον θα έχουμε…. ανεπάρκεια ή ανυπαρξία ειδικών-πρακτικών, ανικανότητα να τους αναδείξουμε, να τους ακούσουμε, να υπολογίσουμε την πείρα τους, τότε η δουλειά δεν θα προκόψει… Ο κομμουνιστής-καθοδηγητής, που διόρθωσε τα προγράμματα διδασκαλίας των παιδαγωγών-πρακτικών, που συνέταξε ένα καλό αναγνωστικό, που πέτυχε μια έστω και ασήμαντη, μα εφαρμοσμένη στην πράξη βελτίωση του περιεχόμενου της δουλειάς, δέκα, εκατό, χίλιων ειδικών παιδαγωγών, να αυτός είναι πραγματικός καθοδηγητής».

Η απόφαση της Ακαδημίας Επιστημών να συνεργαστεί με τη σοβιετική εξουσία για τη μελέτη του φυσικού πλούτου της χώρας (Απρίλης 1918) χαιρετίστηκε θερμά από τη σοβιετική κυβέρνηση που ενίσχυσε με όποιον τρόπο μπορούσε τις έρευνες και τη δουλειά της Ακαδημίας, αν και μέχρι το 1927 ούτε ένα μέλος της Ακαδημίας δεν είναι μέλος του κόμματος. Δημιουργήθηκαν νέα τμήματα και παραρτήματα της Ακαδημίας, πλήθος εργαστηρίων και πειραματικών σταθμών. Η επιστήμη κάτω από το πρίσμα του διαλεχτικού υλισμού και στην υπηρεσία της σοσιαλιστικής οικοδόμησης γνώρισε μια τεράστια ανάπτυξη.

«Το καθήκον των κομμουνιστών», έλεγε ο Λένιν, «είναι να μεταχειρίζονται τους ειδικούς της επιστήμης και της τεχνικής… με εξαιρετική προσοχή και τέχνη, διδασκόμενοι απ’ αυτούς και βοηθώντας τους να πλαταίνουν τον ορίζοντά τους, ξεκινώντας από τις καταχτήσεις και τα δεδομένα της αντίστοιχης επιστήμης, μην ξεχνώντας ότι ένας μηχανικός θα φτάσει στην αναγνώριση του κομμουνισμού όχι έτσι όπως έφτασε ο παράνομος προπαγανδιστής, ο λόγιος, αλλά από τα δεδομένα της επιστήμης του…»

Διάρθρωση της εκπαίδευσης

Προσχολική εκπαίδευση

Δημιουργήθηκαν οι παιδικοί κήποι που απασχολούσαν παιδιά ηλικίας 3 έως 7 χρονών. Εκτός από το επιτροπάτο παιδείας  παιδικούς κήπους δημιουργούσαν οι εργοστασιακές επιχειρήσεις, τα συνδικάτα και τα κολχόζ, που αναλάμβαναν και τις δαπάνες τους. Τα παιδιά απασχολούνταν 9-12 ώρες την ημέρα, αλλά υπήρχαν και κήποι που λειτουργούσαν και βράδυ για παιδιά που οι γονείς τους δούλευαν νυχτερινή βάρδια. Στους παιδικούς κήπους υπήρχε φροντίδα για τη σωστή φυσική ανάπτυξη των παιδιών και την προετοιμασία τους για τη σχολική εκπαίδευση, κυρίως μέσα από κατάλληλα παιχνίδια που βοηθούσαν την ολόπλευρη ανάπτυξη των παιδιών και καλλιεργούσαν τις φυσικές και νοητικές ικανότητές τους.

1927 – 2155 κήποι – 107525 παιδιά / 1955 –31596 κήποι – 1730941 παιδιά

Δημιουργήθηκαν επίσης και παιδικές κατασκηνώσεις που λειτουργούσαν τα καλοκαίρια.

Σχολεία γενικής μόρφωσης

Υπήρχαν τρεις τύποι σχολείων: το δημοτικό με 4 χρόνια φοίτηση, το εφτάχρονο, και το μέσο σχολείο με 10 χρόνια φοίτηση. Οι πρώτες 4 τάξεις του εφτάχρονου και του μέσου αντιστοιχούν στο δημοτικό και οι πρώτες 7 του μέσου στο εφτάχρονο.

Το 1927 αποφασίστηκε η καθολική υποχρεωτική στοιχειώδης εκπαίδευση και το 1939 η καθολική μέση για τις αστικές περιοχές και η καθολική εφτάχρονη για τις αγροτικές. Δημιουργήθηκαν παράλληλα και νυχτερινά σχολεία για την εργατική και αγροτική νεολαία, καθώς και για ενηλίκους.

Σχολεία επαγγελματικής κατάρτισης

Το 1920 ιδρύθηκαν τα σχολεία εργοστασιακής μαθήτευσης που προετοίμαζαν ειδικευμένους εργάτες με φοίτηση 3-4 χρόνια.

Τον Οχτώβρη του 1940 και για να καλυφθούν οι προβλεπόμενες ανάγκες από τον επερχόμενο πόλεμο, οργανώθηκαν νέοι τύποι σχολείων επαγγελματικής κατάρτισης που να προετοιμάζουν έναν αριθμό κρατικών εργατικών εφεδρειών: σχολές εργοστασιακής εκπαίδευσης, βιοτεχνικές, σιδηροδρομικών. Στα χρόνια του πολέμου αυτές οι σχολές προετοίμασαν 2,5 εκατ. εργάτες.

Παράλληλα λειτουργούσαν και μέσες επαγγελματικές σχολές. Στις επαγγελματικές σχολές διδάσκονταν μαθήματα γενικής μόρφωσης, μαθήματα ειδικότητας και παραγωγική πρακτική.

Ανώτατη εκπαίδευση

Τα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα διακρίνονταν σε ινστιτούτα και πανεπιστήμια. Οι σπουδές στα ινστιτούτα με 4-6 χρόνια φοίτηση, αφορούσαν τομείς της τεχνικής, της οικονομίας και του πολιτισμού, ενώ στα πανεπιστήμια καταρτίζονταν στελέχη για τα ιδρύματα ερευνών, καθώς και εκπαιδευτικοί.

Σημαντικές επιστημονικές μελέτες και προχωρήματα από τη σκοπιά του διαλεκτικού και ιστορικού υλισμού, έγιναν στο πεδίο της αναπτυξιακής ψυχολογίας και της αγωγής του παιδιού, που τα συμπεράσματά τους δοκιμάστηκαν και εφαρμόστηκαν στην εκπαίδευση. Αναπτύχθηκε ο τομέας της ειδικής αγωγής με εντυπωσιακά αποτελέσματα. Για πρώτη φορά επιχειρείται η αναδιαπαιδαγώγηση περιθωριακών και παραβατικών παιδιών και νέων (Μακαρένκο), με επίσης σημαντικά αποτελέσματα.

Παράλληλα με τους σχολικούς μηχανισμούς, δόθηκε ιδιαίτερη σημασία στην εξωσχολική μόρφωση, για την αντιμετώπιση της πολιτιστικής καθυστέρησης.

Από τις πρώτες πράξεις της σοβιετικής εξουσίας ήταν η εθνικοποίηση και διαφύλαξη των βιβλιοθηκών και των αποθηκών βιβλίων, ενώ δημιουργείται το Κρατικό Εκδοτικό (Δεκέμβρης 1917) που εκδίδει πολιτικά, θεωρητικά, και κλασικά λογοτεχνικά βιβλία, με στόχο «να γίνει το βιβλίο προσιτό στις μάζες». Εθνικοποιούνται οι ιδιωτικές συλλογές καλλιτεχνικών θησαυρών και δημιουργούνται μουσεία. Τα «κόκκινα» τραίνα και πλοία προπαγάνδας διασχίζουν τη σοβιετική επικράτεια μοιράζοντας βιβλία και εφημερίδες, κάνοντας μαθήματα και διαλέξεις, δίνοντας θεατρικές παραστάσεις, προβάλλοντας ταινίες.

Δημιουργούνται πλήθος βιβλιοθήκες και αναγνωστήρια, αίθουσες διαλέξεων και εκθέσεων, εργατικές λέσχες και σύλλογοι, σχολεία για ενηλίκους, θέατρα, κινηματογράφοι, μουσεία. Πρωταγωνιστές σ’ αυτή την πολύπλευρη πολιτιστική δραστηριότητα είναι οι οργανώσεις και τα μέλη του κόμματος και της νεολαίας, τα συνδικάτα, οι συνεταιρισμοί.

Το έργο της επανάστασης στον πολιτιστικό-μορφωτικό τομέα ήταν τεράστιο. Για πρώτη φορά στην ιστορία μια τόσο καθυστερημένη χώρα γνωρίζει μιας τέτοιας κλίμακας πολιτιστική μεταμόρφωση. Παρά τις μεγάλες δυσκολίες που αφορούσαν την έλλειψη διδακτικού προσωπικού, την έλλειψη πόρων και υποδομών και τις γενικότερες δυσκολίες μέσα στις οποίες προωθούνταν η σοσιαλιστική οικοδόμηση, οι λαοί της Σοβιετικής Ένωσης βγήκαν από τα σκοτάδια της αμάθειας και της βαρβαρότητας. Ολόκληρη η χώρα ήταν ένα μεγάλο σχολείο, όπου όλος ο κόσμος λίγο ή πολύ, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο ήταν σπουδαστής. Πουθενά στον κόσμο, όπως έλεγε ο Λένιν, η εργατική τάξη δεν ήταν διατεθειμένη να υποστεί τόσες θυσίες για να βελτιώσει τη μόρφωσή της, όπως στη Σοβιετική Ένωση. Ο αναλφαβητισμός που στην προεπαναστατική Ρωσία έφτανε το 76%, ενώ στους λαούς της Κεντρικής Ασίας άγγιζε το 100%, το 1926 έχει περιοριστεί στο 50% και πριν τον πόλεμο είχε εξαλειφθεί πλήρως στους νέους και στους πολίτες μέχρι 50 ετών. Στην 20ετία 1920-40 περίπου 50 εκατ. ενήλικοι έμαθαν γράμματα. Στο ίδιο διάστημα δημιουργήθηκαν περίπου 24.000 παιδικοί κήποι, 75.000 σχολεία, 118.000 εκπολιτιστικές λέσχες (108.000 σε χωριά), 230.000 βιβλιοθήκες, 30.000 κινηματογραφικές αίθουσες, 800 θέατρα.

Το σχολικό έτος 1914-15 στη στοιχειώδη και μέση εκπαίδευση φοιτούσαν 9,6 εκατ. μαθητές (περίπου 1 εκατ. στη μέση). Το 1928-29 ο αριθμός των μαθητών είναι 12,3 εκατ, το 1933-34 23,8 και το 1938-39 34 εκατ. Στην ανώτατη εκπαίδευση το 1914-15 υπάρχουν 62.000 φοιτητές και το 1938-39 601.000, ενώ πολλές χιλιάδες σπούδαζαν δι’ αλληλογραφίας. Απ’ αυτούς ένα ποσοστό περίπου 30% είναι φοιτητές παιδαγωγικών σχολών. (Χαρακτηριστικό είναι πως την ίδια χρονιά σε Αγγλία, Γαλλία, Γερμανία, Ιταλία και Ιαπωνία μαζί, υπήρχαν 420.000 φοιτητές).

Κρίνοντας από μία απόσταση 100 χρόνων, οφείλουμε να σταθούμε και να εξετάσουμε τις συνθήκες, τις δυσκολίες, τους νέους δρόμους που προσπαθούσε να ανοίξει και να εξερευνήσει η πρώτη απόπειρα σοσιαλιστικής οικοδόμησης.

Το τεράστιο έργο του Οχτώβρη στον μορφωτικό τομέα δεν μπορεί να μειωθεί ή να ακυρωθεί από το γεγονός πως η επανάσταση στη συνείδηση και την ιδεολογία δεν είχε εκείνο το βάθος και την έκταση που θα μπορούσε να αποτρέψει την παλινόρθωση του καπιταλισμού.