Το Κομμουνιστικό Κόμμα των μπολσεβίκων πέρασε έναν ένδοξο αλλά και δύσκολο δρόμο, από τους πρώτους μικρούς μαρξιστικούς κύκλους στα τέλη του 19ου αιώνα, μέχρι την Οκτωβριανή Επανάσταση και την απόδειξη ότι η κοινωνική αλλαγή είναι εφικτή.

Η μπολσεβίκικη θεωρία για το κόμμα συγκροτήθηκε μέσα από την πάλη αρχών ενάντια στις αστικές και μικροαστικές ιδέες που στις αρχές του 20ου αιώνα ήταν κυρίαρχες στο επαναστατικό και ριζοσπαστικό κίνημα. Στις διαρκείς συγκρούσεις του μπολσεβικισμού με αυτές τις αστικές επιρροές μπορεί να βρεθεί η ερμηνεία της νικηφόρας πορείας.

Ταυτόχρονα, το μπολσεβίκικο κόμμα δυνάμωσε μέσα στην επαναστατική πάλη. Η ιστορία του κόμματος είναι η ιστορία των τριών επαναστάσεων, του 1905, του Φλεβάρη και του Οκτώβρη του 1917. Είναι η ιστορία της ανατροπής του τσαρισμού, της ανατροπής της εξουσίας των τσιφλικάδων και των καπιταλιστών. Είναι η ιστορία της συντριβής της ξένης ένοπλης εισβολής στη νεαρή χώρα των Σοβιέτ. Είναι η ιστορία της οικοδόμησης της σοσιαλιστικής κοινωνίας.

Τα πρώτα βήματα προς τη συγκρότηση του ρωσικού κόμματος της εργατικής τάξης γίνονται στα τέλη του 19ου αιώνα, καθώς η Ρωσία μπαίνει πιο αργά από τις άλλες αναπτυγμένες χώρες στο δρόμο της καπιταλιστικής ανάπτυξης.

Η πρώτη προσπάθεια συγκρότησης αυτοτελούς έκφρασης της εργατικής τάξης γίνεται από την ομάδα «απελευθέρωση της εργασίας» του Γκεόργκι Πλεχάνοφ. Βασικός αντίπαλος στις μαρξιστικές ιδέες ήταν οι φίλοι του λαού, οι επονομαζόμενοι «ναρόντινικοι», που θεωρούσαν ότι η κύρια επαναστατική δύναμη δεν είναι η εργατική τάξη αλλά η αγροτιά.

Αποφασιστικό βήμα για τη συνένωση του μαρξισμού με το νεαρό εργατικό κίνημα ήταν η συγκρότηση από τον Λένιν της «Ένωσης Αγώνα για την απελευθέρωση της εργατικής τάξης». Η σημασία της Ένωσης Αγώνα, βρισκόταν, σύμφωνα με τη διατύπωση του ίδιου του Λένιν στο ότι αντιπροσώπευε το πρώτο σοβαρό σπέρμα ενός επαναστατικού κόμματος, στηριγμένου στο εργατικό κίνημα.

Το 1898 στο Μινσκ γίνεται το πρώτο συνέδριο του Ρωσικού Σοσιαλδημοκρατικού Εργατικού κόμματος. Παίρνουν μέρος 9 όλοι κι όλοι αντιπρόσωποι. Ο ίδιος ο Λένιν και πολλά βασικά στελέχη είναι εξόριστα.

Στην πράξη, δεν είχε ακόμα ιδρυθεί εργατικό κόμμα, καθώς οι χωριστοί κύκλοι και οργανώσεις δεν είχαν συνδεθεί, δεν είχαν ενιαία γραμμή και προσανατολισμό, δεν υπήρχε καταστατικό ούτε καθοδήγηση. Άρχισε να κυριαρχεί ο «οικονομισμός» ή άποψη δηλαδή ότι οι εργάτες πρέπει να κάνουν μόνο οικονομικό αγώνα, καθώς τον πολιτικό αγώνα τον κάνει η φιλελεύθερη αστική τάξη.

Ο Λένιν θεωρούσε ότι ο οικονομισμός είναι άρνηση του μαρξισμού, άρνηση της ανεξάρτητης πολιτικής έκφρασης της εργατικής τάξης και απόπειρα να μετατραπεί η εργατική τάξη σε εξάρτημα της αστικής. Μετεξέλιξη τέτοιων απόψεων, αρκετά χρόνια αργότερα ήταν η πολιτική αστικών κομμάτων, σαν τους Καντέτους, που κρατούσαν για την τάξη τους το καθήκον της πολιτικής πάλης και ήθελαν τα Σοβιέτ να περιοριστούν σε απλές επαγγελματικές ενώσεις χωρίς δυνατότητα να αναλάβουν την εξουσία. Δεν είναι τυχαίο ότι οι επιφανείς οικονομιστές του 1900, το 1917 υποστήριζαν τους Καντέτους.

Στα πρώτα χρόνια του καινούριου αιώνα ξεσπάνε μεγάλοι αγώνες, απεργίες και εργατικές διεκδικήσεις. Η καταστολή της τσαρικής εξουσίας γενικεύεται, αλλά το επαναστατικό κίνημα της εργατικής τάξης εξακολουθεί να μεγαλώνει. Ωστόσο στις τοπικές οργανώσεις και ενώσεις επικρατεί οργανωτική διάλυση και ιδεολογική σύγχυση.

Ο Λένιν θεωρεί ότι το κρίσιμο ζήτημα είναι η έκδοση μιας πανρωσικής εφημερίδας. Το ρόλο αυτό τον έπαιξε η Ίσκρα. Το πρώτο της φύλλο κυκλοφόρησε στο εξωτερικό (λόγω των διώξεων της τσαρικής αστυνομίας) τον Δεκέμβρη του 1900. Ο υπότιτλος της ίσκρα (που σήμαινε σπίθα) ήταν «Από τη σπίθα θα ανάψει η φλόγα». Με το άρθρο του «από πού να αρχίσουμε» και αργότερα με την μπροσούρα του «τι να κάνουμε» ο Λένιν υποστήριξε ότι μια τέτοια εφημερίδα δεν θα ήταν μόνο συλλογικός προπαγανδιστής αλλά και συλλογικός οργανωτής, ο σκελετός για το κόμμα που χρειάζεται.

Ένα τέτοιο κόμμα -σύμφωνα με τον Λένιν- έχει τελικό σκοπό την ανατροπή του καπιταλισμού, αλλά το ειδικό του καθήκον είναι η ανατροπή του τσαρισμού και η εγκαθίδρυση της δημοκρατικής τάξης πραγμάτων. Αυτή η θέση ήταν στον αντίποδα της άποψης ότι η πολιτική πάλη για δημοκρατία ενάντια στον τσαρισμό ήταν υπόθεση κυρίως της αστικής τάξης. Με αυτή τη διαστρέβλωση αντιπαρατέθηκαν οι μπολσεβίκοι αρκετά χρόνια αργότερα, σε όλη την πορεία από τον Φλεβάρη στον Οκτώβρη, ενάντια στα κόμματα των εσέρων και των μενσεβίκων.

Η βασική ωστόσο συνεισφορά του Λένιν στη θεωρία για το κόμμα ήταν η ανάδειξη του ρόλου του συνειδητού στοιχείου. Εξυμνώντας κανείς την αυθόρμητη εξέλιξη του εργατικού κινήματος, αρνούμενος τον ηγετικό ρόλο του κόμματος, μετατρέπει το κόμμα σε ουρά της αυθόρμητης εξέλιξης, σε μια παθητική δύναμη που απλά βλέπει και σχολιάζει. Η συνείδηση, υποστήριζε ο Λένιν, δεν προκύπτει αυθόρμητα από την κατάσταση της εργατικής τάξης, αλλά από την επιστημονική πολιτική και ιδεολογική δουλειά του κόμματος.

Η οργάνωση του συνειδητού στοιχείου, η κίνηση ακόμα και κόντρα στο ρεύμα και στις αυθόρμητες απαιτήσεις των μαζών, και κυρίως η σχεδιασμένη παρέμβαση, συγκρότηση και προσήλωση στο στόχο, φανερώνονται σε όλες τις κρίσιμες καμπές της πορείας προς τον Οκτώβρη του 1917.

Τον Απρίλη του 1917, ο Κάμενεφ, ηγέτης των μπολσεβίκων, υποστηρίζει ότι δεν πρέπει να ξεκοπούν οι μπολσεβίκοι από το ρεύμα της ευφορίας για τη Φεβρουαριανή Επανάσταση. Ο Λένιν δεν διστάζει να απαντήσει ότι “Χρειάζεται κανείς να ξέρει για ένα χρονικό διάστημα να είναι μειοψηφία απέναντι στη μέθη”. Πράγματι, οι μπολσεβίκοι κέρδισαν την πλειοψηφία γιατί ήξεραν να στέκονται ως μειοψηφία, ως δύναμη απαιτητική που δεν ακολουθεί απλά τις μάζες για να είναι δημοφιλής, αλλά φιλοδοξεί να τις μεταπείσει.

Οι αρχές που αναπτύχθηκαν στο «Τι να κάνουμε» αποτέλεσαν τη βάση της ιδεολογίας του μπολσεβίκικου κόμματος.

Το δεύτερο συνέδριο του Ρώσικου Σοσιαλδημοκρατικού Εργατικού Κόμματος, άρχισε στις Βρυξέλλες στις 17 Ιούλη του 1903. Εκεί γεννήθηκε το μπολσεβίκικο κόμμα. Το πρόγραμμα που ψηφίστηκε ήταν η πρόταση των λεγόμενων ισκριστών. Αντιπαράθεση έγινε και στο ζήτημα του καταστατικού. Ποιος πρέπει να είναι μέλος του κόμματος και τι πρέπει να είναι το κόμμα από οργανωτική άποψη;

Η διατύπωση του Λένιν έλεγε ότι μέλος του κόμματος πρέπει να είναι όποιος παραδέχεται το πρόγραμμά του, υποστηρίζει το κόμμα και ανήκει σε μία από τις οργανώσεις του. Η διατύπωση του Μαρτόφ, αντιπάλου του Λένιν, θεωρούσε ότι δεν είναι αναγκαία για ένα μέλος του κόμματος η συμμετοχή σε μία από τις οργανώσεις του. Ο Λένιν με τη συγκεκριμένη του διατύπωση έθετε τις βάσεις για ένα κόμμα πειθαρχημένο, μαχητικό, οργανωμένο απόσπασμα του προλεταριάτου. Ο Μάρτοφ αντίθετα, έβλεπε το κόμμα σαν κάτι οργανωτικά αδιαμόρφωτο, χαλαρό και χωρίς πειθαρχία. Την πλειοψηφία στο συγκεκεκριμένο θέμα κέρδισε ο Μάρτοφ, ωστόσο στην ψηφοφορία για την εκλογή του κεντρικού οργάνου του κόμματος, υπερίσχυσε ο Λένιν.

Έτσι δημιουργήθηκαν οι μπολσεβίκοι (οι άνθρωποι της πλειοψηφίας) και οι μενσεβίκοι (οι άνθρωποι της μειοψηφίας). Το σοσιαλδημοκρατικό κόμμα διασπάστηκε (αν και ο οργανωτικός διαχωρισμός έγινε αρκετά αργότερα) πάνω σε ένα καταστατικό ζήτημα που όμως ήταν καθοριστικό και αποδείχθηκε πρωτεύον. Ο χαρακτήρας του κόμματος, αν δηλαδή θα είναι ένα οργανωμένο, πειθαρχημένο σύνολο επαναστατών μέσα στις μάζες, αλλά με συνείδηση του ιδιαίτερου ρόλου τους, ήταν ο κρίσιμος κρίκος που έκρινε την εξέλιξη της ρώσικης επανάστασης.

Δίνουμε τον λόγο στον Σουχάνοφ, επιφανή μενσεβίκο και ίσως τον σπουδαιότερο ιστορικό της επανάστασης:

«Οι Μπολσεβίκοι δουλεύουν επίμονα και ασταμάτητα. Είναι μέσα στις μάζες, στους πάγκους των εργοστασίων, καθημερινά χωρίς παύση. Δεκάδες ομιλητές, μικροί και μεγάλοι, μιλούν στην πόλη, στα εργοστάσια και στους στρατώνες κάθε μέρα. Για τις μάζες έχουν γίνει οι δικοί τους άνθρωποι γιατί είναι πάντοτε εκεί, αναλαμβάνοντας από τις λεπτομέρειες μέχρι τις σημαντικότερες υποθέσεις. Έχουν γίνει η μόνη ελπίδα. Η μάζα ζει κι αναπνέει μαζί με τους Μπολσεβίκους».

Αυτά έγραφε ο Σουχάνοφ για την πολιτική κατάσταση τον Σεπτέμβρη του 1917.

Η λενινιστική θεωρία για το κόμμα, δέχθηκε τεράστια κριτική και συκοφάντηση για αντιδημοκρατισμό, για αφ υψηλού αντιμετώπιση του αυθόρμητου των μαζών, για την υποχρεωτική εσωκομματική πειθαρχία και την υποταγή του ατομικού στο συλλογικό.

Οι μπολσεβίκοι αντέτειναν ότι οι εργάτες δεν φοβούνται την πειθαρχία κι την οργάνωση, αντίθετα είναι όπλο στην αποτίναξη της εκμετάλλευσης. Αντίθετα, για τα αστικά στρώματα η προλεταριακή πειθαρχία φαίνεται δουλεία. Καθόλου τυχαία, η μπολσεβίκικη θεωρία για το κόμμα είναι ίσως η πλέον αντιδημοφιλής στους αστικούς και μικροαστικούς κύκλους.

Στην πορεία του μπολσεβίκικου κόμματος προς την Επανάσταση και το πρώτο εγχείρημα οικοδόμησης μιας κοινωνίας χωρίς εκμετάλλευση, σε όλες τις κρίσιμες στιγμές και καμπές αυτής της πορείας, επαληθευόταν διαρκώς η μπολσεβίκικη αρχή για το κόμμα:

Στην πάλη του για την εξουσία το προλεταριάτο δεν έχει άλλο όπλο, εκτός από την οργάνωση.