Το κείμενο στάλθηκε ως γράμμα του Λένιν στην ΚΕ των μπολσεβίκων, καθώς ακόμη βρισκόταν στην παρανομία. Το συγκεκριμένο κείμενο συμπληρώνει την έκκληση “Γιατί οι μπολσεβίκοι πρέπει να πάρουν την εξουσία” στο οποίο για πρώτη φορά ανοικτά και έντονα μπαίνει από τον Λένιν το ζήτημα της κατάληψης της εξουσίας αφού πλέον έχει κατακτηθεί η πλειοψηφία των Σοβιέτ των Εργατών και Στρατιωτών βουλευτών. Στο παρακάτω κείμενο εξηγεί γιατί ό,τι ήταν πρόωρο, ανεπίκαιρο και ίσως καταστροφικό τον Ιούλη, τώρα αποτελεί αναγκαιότητα, στην οποία οι μπολσεβίκοι πρέπει να αφιερώσουν όλες τους τις δυνάμεις. Αυτά τα δύο κείμενα σηματοδοτούν την άμεση στροφή του μπολσεβίκικου κόμματος από τη “πανδημοκρατική ευφορία” των πρώτων ημερών μετά την νίκη επί του πραξικοπηματία Κορνίλοφ, στην προσήλωση στο ζήτημα της εξουσίας. Δείχνουν με τον πιο ανάγλυφο τρόπο το μέγεθος της στοχοπροσήλωσης του Λένιν στο καίριο ζήτημα που δεν είναι άλλο από το ποιος ασκεί την εξουσία.

Γράμμα προς την Κεντρική Επιτροπή του Σοσιαλιστικού Δημοκρατικού Εργατικού Κόμματος Ρωσίας (μπολσεβίκοι).

Μια από τις πιο κακόβουλες και ίσως τις πιο διαδομένες διαστρεβλώσεις του μαρξισμού, που γίνονται από τα κυρίαρχα «σοσιαλιστικά» κόμματα, είναι και το οπορτουνιστικό ψέμα ότι τάχα η προετοιμασία της εξέγερσης και γενικά το αντίκρισμα της εξέγερσης σαν τέχνης είναι «μπλανκισμός»[i].

Ο αρχηγός του οπορτουνισμού, Μπέρνσταϊν, έχει ήδη αποκτήσει θλιβερή φήμη, κατηγορώντας το μαρξισμό για μπλανκισμό, και οι σημερινοί οπορτουνιστές, φωνασκώντας για μπλανκισμό ουσιαστικά δεν ανακαινίζουν και δεν «πλουτίζουν» ούτε κατά ένα γιώτα τις πενιχρές «ιδέες» του Μπέρνσταϊν.

Να κατηγορείς τους μαρξιστές για μπλανκισμό, επειδή βλέπουν την εξέγερση σαν τέχνη! Μπορεί άραγε να υπάρξει πιο κατάφωρη διαστρέβλωση της αλήθειας, τη στιγμή που κανένας μαρξιστής δε θ’ αρνηθεί ότι ακριβώς ο Μαρξ εκφράστηκε με τον πιο συγκεκριμένο, ακριβολογημένο και κατηγορηματικό τρόπο πάνω σ’ αυτό το ζήτημα, ονομάζοντας την εξέγερση ακριβώς τέχνη, λέγοντας, ότι την εξέγερση πρέπει να τη βλέπουμε σαν τέχνη, ότι πρέπει να κατακτήσουμε την πρώτη επιτυχία και να βαδίσουμε από επιτυχία σε επιτυχία, χωρίς να σταματάμε την επίθεση ενάντια στον εχθρό, εκμεταλλευόμενοι τη σύγχυσή του κλπ.

Η εξέγερση, για να πετύχει, δεν πρέπει να στηρίζεται σε συνωμοσία, ούτε σ’ ένα κόμμα, αλλά στην πρωτοπόρα τάξη, αυτό είναι το πρώτο. Η εξέγερση πρέπει να στηρίζεται στην επαναστατική άνοδο του λαού. Αυτό είναι το δεύτερο. Η εξέγερση πρέπει να στηρίζεται σε τέτοιο σημείο στροφής στην ιστορία της αναπτυσσόμενης επανάστασης, όταν στις πρωτοπόρες γραμμές του λαού παρατηρείται η μεγαλύτερη δραστηριότητα, όταν οι ταλαντεύσεις στις γραμμές των εχθρών και στις γραμμές των αδύνατων, μεσοβέζικων, αναποφάσιστων φίλων της επανάστασης είναι μεγαλύτερες από κάθε άλλη φορά. Αυτό είναι το τρίτο. Και μ’ αυτούς ακριβώς τους τρεις όρους στην τοποθέτηση του ζητήματος της εξέγερσης ξεχωρίζει ο μαρξισμός από τον μπλανκισμό.

Μια όμως κι υπάρχουν αυτοί οι όροι, το ν’ αρνείσαι να βλέπεις την εξέγερση σαν τέχνη, σημαίνει να προδίνεις το μαρξισμό, να προδίνεις την επανάσταση.

Για να αποδείξουμε για ποιον ακριβώς λόγο η στιγμή που ζούμε είναι στιγμή που το Κόμμα πρέπει υποχρεωτικά να παραδεχτεί ότι η πορεία των αντικειμενικών γεγονότων έβαλε την εξέγερση στην ημερήσια διάταξη και να βλέπει την εξέγερση σαν τέχνη, για να το αποδείξουμε αυτό, το καλύτερο απ’ όλα θα είναι ίσως να χρησιμοποιήσουμε τη μέθοδο της σύγκρισης και να αντιπαραθέσουμε τις 3 και 4 του Ιούλη στις μέρες του Σεπτέμβρη.

Στις 3 και 4 του Ιούλη θα μπορούσαμε, χωρίς να αμαρτήσουμε απέναντι στην αλήθεια, να βάλουμε το ζήτημα έτσι: πιο σωστό θα ήταν να πάρουμε την εξουσία, γιατί διαφορετικά οι εχθροί θα μας κατηγορήσουν οπωσδήποτε για εξέγερση και θα μας χτυπήσουν σαν στασιαστές. Απ’ αυτό όμως δεν μπορούσαμε να βγάλουμε το συμπέρασμα πως έπρεπε τότε να πάρουμε την εξουσία, γιατί οι αντικειμενικοί όροι για τη νίκη της εξέγερσης δεν υπήρχαν τότε.

1) Δε μας ακολουθούσε ακόμη η τάξη που αποτελεί την πρωτοπορία της επανάστασης.

Δεν είχαμε ακόμη την πλειοψηφία μέσα στους εργάτες και στους στρατιώτες στις δυο πρωτεύουσες. Τώρα την έχουμε και στα δυο Σοβιέτ. Δημιουργήθηκε μόνο με την ιστορία του Ιούλη και του Αυγούστου, με την πείρα των «άγριων διωγμών» κατά των μπολσεβίκων και την πείρα του κορνιλοφισμού.

2) Δεν υπήρχε τότε παλλαϊκή επαναστατική άνοδος. Τώρα, μετά τον κορνιλοφισμό, υπάρχει. Η επαρχία και η κατάληψη της εξουσίας από τα Σοβιέτ σε πολλά μέρη το αποδείχνουν.

3) Δεν υπήρχαν τότε ταλαντεύσεις σε σοβαρή γενική πολιτική κλίμακα στους εχθρούς μας και στη μεσοβέζικη μικροαστική τάξη. Τώρα υπάρχουν τεράστιες ταλαντεύσεις: ο κύριος εχθρός μας, ο συμμαχικός και ο παγκόσμιος ιμπεριαλισμός -γιατί οι «σύμμαχοι» βρίσκονται επικεφαλής του παγκόσμιου ιμπεριαλισμού- ταλαντεύτηκε ανάμεσα στη συνέχιση του πολέμου ως τη νίκη και στη χωριστή ειρήνη ενάντια στη Ρωσία. Οι μικροαστοί δημοκράτες μας, χάνοντας ολοφάνερα την πλειοψηφία στο λαό, ταλαντεύτηκαν σε τεράστιο βαθμό, παραιτήθηκαν από το μπλοκ, δηλαδή από το συνασπισμό με τους καντέτους.

4) Γι’ αυτό στις 3 και 4 του Ιούλη η εξέγερση θα ήταν λάθος: δε θα μπορούσαμε να κρατήσουμε την εξουσία ούτε υλικά, ούτε πολιτικά. Υλικά, παρά το ότι υπήρχαν στιγμές που η Πετρούπολη ήταν στα χέρια μας, γιατί οι εργάτες και οι στρατιώτες μας δε θα πολεμούσαν, δε θα πέθαιναν τότε για την Πετρούπολη: δεν υπήρχε τέτοια «μανία», τέτοιο άσβεστο μίσος ούτε απέναντι στον Κερένσκι, ούτε απέναντι στους Τσερετέλι-Τσερνόφ, οι άνθρωποί μας δεν είχαν ακόμη ατσαλωθεί με την πείρα των διωγμών ενάντια στους μπολσεβίκους, διωγμών όπου συμμετείχαν οι εσέροι και οι μενσεβίκοι.

Πολιτικά δε θα μπορούσαμε να κρατήσουμε την εξουσία στις 3 και 4 του Ιούλη, γιατί ο στρατός και η επαρχία, πριν από τον κορνιλοφισμό μπορούσαν να βαδίσουν και θα βάδιζαν ενάντια στην Πετρούπολη.

Τώρα η εικόνα είναι εντελώς διαφορετική.

Μας ακολουθεί η πλειοψηφία της τάξης που είναι η εμπροσθοφυλακή της επανάστασης, η εμπροσθοφυλακή του λαού, που είναι ικανή να συναρπάσει τις μάζες.

Μας ακολουθεί η πλειοψηφία του λαού, γιατί η παραίτηση του Τσερνόφ δεν είναι καθόλου η μοναδική, είναι όμως η πιο φανερή, η πιο χειροπιαστή ένδειξη ότι από το συνασπισμό των εσέρων (και από τους ίδιους τους εσέρους) η αγροτιά δε θα πάρει τη γη. Κι αυτό είναι το ουσιαστικότερο σημείο του παλλαϊκού χαρακτήρα της επανάστασης.

Βρισκόμαστε στην ευνοϊκή θέση ενός κόμματος που ξέρει σταθερά το δρόμο του, σε στιγμές που ολόκληρος ο ιμπεριαλισμός και ολόκληρος ο συνασπισμός των μενσεβίκων με τους εσέρους έχουν πρωτάκουστες ταλαντεύσεις.

Η νίκη μας είναι σίγουρη, γιατί ο λαός έχει πια φτάσει πολύ κοντά στην απόγνωση, κι εμείς προσφέρουμε σ’ όλο το λαό μια σίγουρη διέξοδο, γιατί του δείξαμε «στις κορνιλοφικές μέρες» τι αξίζει η καθοδήγησή μας, κι έπειτα προτείναμε συμβιβασμό στους ανθρώπους του συνασπισμού, που αρνήθηκαν να τον δεχτούν, χωρίς να έχουν καθόλου σταματήσει οι ταλαντεύσεις τους.

Θα ήταν το μεγαλύτερο λάθος να νομίζει κανείς ότι η πρότασή μας για συμβιβασμό δεν έχει ακόμη απορριφθεί, ότι η Δημοκρατική σύσκεψη μπορεί ακόμη να τη δεχτεί. Ο συμβιβασμός προτάθηκε από κόμμα προς κόμματα. Δεν μπορούσε να προταθεί διαφορετικά. Τα κόμματα τον απέρριψαν. Η Δημοκρατική σύσκεψη είναι μόνο μια σύσκεψη και τίποτε παραπάνω. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ένα πράγμα: στη σύσκεψη δεν αντιπροσωπεύεται η πλειοψηφία του επαναστατημένου λάου, η φτωχή και αγανακτισμένη αγροτιά. Είναι σύσκεψη της μειοψηφίας του λαού -δεν πρέπει να ξεχνάμε αυτή την ολοφάνερη αλήθεια. Θα ήταν το μεγαλύτερο λάθος, ο μεγαλύτερος κοινοβουλευτικός κρετινισμός από την πλευρά μας να θεωρούμε τη Δημοκρατική σύσκεψη Βουλή, γιατί κι αν ακόμη αυτοανακηρυσσόταν Βουλή και κυρίαρχη Βουλή της επανάστασης, πάλι δε θα έλυνε τίποτε: η λύση βρίσκεται έξω απ’ αυτή, στις εργατικές συνοικίες της Πετρούπολης και της Μόσχας.

Εχουμε μπροστά μας όλες τις αντικειμενικές προϋποθέσεις για μια νικηφόρα εξέγερση. Εχουμε μπροστά μας μια εξαιρετικά ευνοϊκή κατάσταση, όπου μόνο η νίκη μας στην εξέγερση θα βάλει τέλος στις ταλαντεύσεις που καταβασάνισαν το λαό, στις ταλαντεύσεις που είναι το πιο βασανιστικό πράγμα στον κόσμο, όπου μόνο η δική μας νίκη στην εξέγερση θα ματαιώσει το παιχνίδι για χωριστή ειρήνη ενάντια στην επανάσταση, θα το ματαιώσει, προτείνοντας ανοιχτή ειρήνη πιο ολοκληρωμένη, πιο δίκαιη, πιο κοντινή, ειρήνη προς όφελος της επανάστασης.

Τέλος, μόνο το Κόμμα μας, νικώντας στην εξέγερση, μπορεί να σώσει την Πετρούπολη, γιατί, αν η πρότασή μας απορριφθεί και δεν πετύχουμε ούτε ανακωχή, τότε εμείς θα γίνουμε «αμυνίτες», τότε θα μπούμε επικεφαλής των πολεμικών κομμάτων, θα είμαστε το πιο «πολεμικό» κόμμα, θα κάνουμε τον πόλεμο κατά τρόπο πραγματικά επαναστατικό. Θα πάρουμε όλο το ψωμί κι όλες τις μπότες από τους καπιταλιστές. Θα τους αφήσουμε τα ξεροκόμματα, θα τους φορέσουμε τσαρούχια, θα δώσουμε όλο το ψωμί κι όλη την υπόδηση στο μέτωπο.

Και τότε θα υπερασπίσουμε με επιτυχία την Πετρούπολη.

Στη Ρωσία υπάρχουν ακόμη άπειρες εφεδρείες, τόσο υλικές, όσο και ηθικές, για έναν πραγματικά επαναστατικό πόλεμο. Οι πιθανότητες είναι 99 στα 100 ότι οι Γερμανοί θα μας δώσουν τουλάχιστο την ανακωχή. Και να πετύχεις ανακωχή τώρα, σημαίνει πια να νικήσεις όλο τον κόσμο.

Β.Ι. Λένιν, «Απαντα» τ. 34, σελ 242-245

Γράφτηκε στις 13-14 του Σεπτέμβρη 1917. Πρωτοδημοσιεύτηκε το 1921 στο περιοδικό «Προλετάρσκαγια Ρεβολιούτσιγια», τ. 2

[i] «Μπλανκισμός», από τον Μπλανκί, Γάλλο εργάτη που πήρε μέρος στην Κομμούνα του Παρισιού, ως εκλεγμένο μέλος της. Ηταν της άποψης ότι δε χρειάζεται κόμμα μαζικό της εργατικής τάξης, ούτε η επανάσταση είναι έργο των μαζών, αλλά μιας γερής μικρής οργάνωσης αφοσιωμένων συνωμοτών στην υπόθεση της επανάστασης.