Πρόκειται για ένα σημαντικό κείμενο του Λένιν που γράφεται αμέσως μετά την τρίτη και σημαντικότερη πολιτική κρίση στη Ρωσία, από την επανάσταση του Φλεβάρη και έπειτα. Είχε προηγηθεί η κρίση του Απρίλη με τη διακοίνωση της Προσωρινής Κυβέρνησης υπέρ της συνέχισης του πολέμου, η κρίση της 10-18 Ιούνη με την απαγόρευση της διαδήλωση των μπολσεβίκων και στη συνέχεια με τη μεγάλη διαδήλωση που κυριάρχησαν οι μπολσεβίκοι.
Η τρίτη κρίση είναι και η πλέον οξυμμένη, καθώς οι λαϊκές μάζες αγανακτισμένες από τη συνέχεια του πολέμου και την οικονομική καταστροφή κινήθηκαν ενάντια στην Προσωρινή Κυβέρνηση χωρίς οργάνωση και προετοιμασία, χωρίς σχέδιο και προοπτική. Οι μπολσεβίκοι δεν κάλεσαν στην εξέγερση του Ιούλη, αλλά όταν αυτή εκδηλώθηκε επιχείρησαν να τη θέσουν σε οργανωμένα και ειρηνικά πλαίσια. Οι συνθήκες ακόμα δεν επέτρεπαν την ένοπλη βία.
Τις μέρες της κρίσης του Ιούλη ξεδιπλώνεται μια τεράστια συκοφαντική εκστρατεία ενάντια στους μπολσεβίκους και στον Λένιν προσωπικά ότι είναι πράκτορας των Γερμανών. Στόχος είναι η ένταση που θα επιτρέψει στο αστικό καθεστώς να κυνηγήσει τον ηγέτη των μπολσεβίκων, να απαγορεύσει την έκδοση της Πράβντα, να καταστείλει τις αυξανόμενες επαναστατικές διαθέσεις των μαζών που βλέπουν τις προσδοκίες τους να διαψεύδονται από την Προσωρινή Κυβέρνηση και την ηγεσία των Σοβιέτ.
Παρόλο που το κείμενο «Τρεις κρίσεις» γράφεται τρεις μέρες μετά την αιματηρή 4η Ιούλη, δεν είναι κείμενο εν θερμώ. Αποτελεί μια συμπυκνωμένη καταγραφή της πολιτικής ιστορίας των τελευταίων μηνών της Ρωσίας, αποδεικνύοντας ότι το ζήτημα είναι η αυξανόμενη δυσαρέκεια των μαζών ενάντια σε μια κυβέρνηση που διαψεύδει συνεχώς τις προσδοκίες για ειρήνη, γη και ψωμί.
Για τις τρεις πολιτικές κρίσεις που κλόνισαν την εμπιστοσύνη των μαζών στην Προσωρινή Κυβέρνηση και έστρεψαν την ίδια την Προσωρινή Κυβέρνηση σε ανοικτά αντεπαναστατική κατεύθυνση ο Λένιν έκανε την περίφημη διατύπωση ότι «δεν πρόκειται για μια συνηθισμένη διαδήλωση: είναι κάτι πολύ περισσότερο από διαδήλωση και λιγότερο από επανάσταση. Είναι έκρηξη επανάστασης και αντεπανάστασης μαζί, είναι έντονη, πότε πότε σχεδόν ξαφνική «εκτόπιση» των μεσαίων στοιχείων, λόγω της ορμητικής εμφάνισης των προλεταριακών και αστικών στοιχείων».
Πράγματι, οι τρεις κρίσεις θέτουν τη σύγκρουση στην πραγματική της διάσταση: Από τη μία η αστική τάξη και τα αντεπαναστατικά πολεμοχαρή της σχέδια και από την άλλη το προλεταριάτο και η φτωχή αγροτιά. Όσο οι ηγέτες των Σοβιέτ και συνεργοί στην Προσωρινή Κυβέρνηση δεν παίρνουν το μέρος των δεύτερων, τόσο θα δένονται στο άρμα των πρώτων.

Όσο πιο λυσσασμένη είναι αυτές τις μέρες η εκστρατεία συκοφαντίας και  ψευτιάς κατά των μπολσεβίκων, τόσο πιο ήρεμα πρέπει εμείς, ανασκευάζοντας την ψευτιά και τη συκοφαντία, να εμβαθύνουμε στο ζήτημα της ιστορικής αλληλουχίας των γεγονότων και της πολιτικής, δηλαδή της ταξικής, σημασίας της δοσμένης πορείας της επανάστασης.

Για ανασκευή της ψευτιάς και της συκοφαντίας δεν έχουμε εδώ παρά να παραπέμψουμε ξανά στη «Λιστόκ «Πράβντι»» της 6 του Ιούλη και να επιστήσουμε ιδιαίτερα την προσοχή των αναγνωστών στο δημοσιευμένο πιο κάτω άρθρο που αποδείχνει με ντοκουμέντα ότι στις 2 του Ιούλη οι μπολσεβίκοι έκαναν προπαγάνδα ενάντια στην εκδήλωση (όπως παραδέχεται η εφημερίδα του Κόμματος των σοσιαλιστών – επαναστατών), ότι στις 3 του Ιούλη η αγανάκτηση των μαζών ξεχείλισε και η εκδήλωση άρχισε παρά τις συμβουλές μας, ότι στις 4 του Ιούλη καλούσαμε με προκήρυξη μας  (πού δημοσιεύτηκε από την ίδια την εφημερίδα των εσέρων, τη «Ντιέλο Ναρόντα») σε μια  ειρηνική και οργανωμένη διαδήλωση, ότι τη νύχτα της 4 του Ιούλη πήραμε απόφαση να σταματήσουμε τη διαδήλωση. Συκοφαντείστε, συκοφάντες! Ποτέ δεν θα μπορέσετε να διαψεύσετε αυτά τα γεγονότα και την αποφασιστική τους σημασία σε όλη τους την αλληλουχία!

Ας περάσουμε στο ζήτημα της ιστορικής αλληλουχίας των γεγονότων. Όταν στις αρχές ακόμη του Απρίλη ταχθήκαμε ενάντια στην υποστήριξη της Προσωρινής κυβέρνησης, μας επιτέθηκαν και οι εσέροι και οι μενσεβίκοι. Και τι απόδειξε η ζωή;

Τι απόδειξαν οι τρείς πολιτικές κρίσεις: τής 20 και 21 του Απρίλη, της 10 και 18 του Ιούνη, της 3 και 4 του Ιούλη;

Πρώτο, απόδειξαν την αυξανόμενη δυσαρέσκεια των μαζών από την αστική πολιτική της αστικής πλειοψηφίας της Προσωρινής κυβέρνησης.

Είναι ενδιαφέρον να σημειώσουμε πως η εφημερίδα του κυβερνητικού Κόμματος των εσέρων, η «Ντιέλο Ναρόντα», στο φύλλο τής 6 του Ιούλη βρέθηκε στην ανάγκη, παρόλη την εχθρότητά της προς τους μπολσεβίκους, να αναγνωρίσει τα βαθιά οικονομικά και πολιτικά αίτια του κινήματος της 3 και της 4 του Ιούλη. Οι ανόητες, χοντροκομμένες, βρωμερές ψευτιές ότι αυτό το κίνημα προκλήθηκε τεχνητά, ότι οι μπολσεβίκοι προπαγάνδιζαν υπέρ της εκδήλωσης, θα ξεσκεπάζονται μέρα με τη μέρα ολοένα και περισσότερο.

Η κοινή αίτια, η κοινή πηγή, η κοινή βαθιά ρίζα και των τριών πολιτικών κρίσεων που αναφέραμε είναι φανερή ιδιαίτερα αν τις δούμε στην αλληλουχία τους, όπως απαιτεί η επιστήμη να βλέπουμε την πολιτική. Είναι ανόητο και να το φανταστεί κανείς, ότι τρείς κρίσεις αυτού του είδους θα μπορούσαν να προκληθούν τεχνητά.

Δεύτερο, είναι διδακτικό να εμβαθύνει κανείς στο ζήτημα: τι το κοινό και ιδιαίτερο υπήρχε σε κάθε μια απ’ αυτές τις κρίσεις.

Το κοινό ήταν η δυσαρέσκεια των μαζών που ξεχείλιζε, ο αναβρασμός τους ενάντια στην αστική τάξη και την κυβέρνησή της. Όποιος ξεχνάει ή αποσιωπά ή μειώνει αυτή την ουσία του ζητήματος, απαρνείται τις στοιχειώδεις αλήθειες του σοσιαλισμού σχετικά με την ταξική πάλη.

Οι άνθρωποι που αυτοαποκαλούνται σοσιαλιστές και κάτι ξέρουν για το τι λογής ήταν η πάλη των τάξεων στις ευρωπαϊκές επαναστάσεις, ας σκεφθούν πάνω στην πάλη των τάξεων στη ρωσική επανάσταση.

Το ιδιαίτερο σ’ αυτές τις κρίσεις βρίσκεται στον τρόπο της εκδήλωσής τους: η πρώτη κρίση (20-21 του Απρίλη) εκδηλώθηκε ορμητικά, αυθόρμητα, τελείως ανοργάνωτα, με συνέπεια να πυροβοληθούν οι διαδηλωτές από τους μαυροεκατονταρχίτες και να αποδοθούν στους μπολσεβίκους οι πιο τερατώδεις και ψεύτικες κατηγορίες. Την έκρηξη την ακολούθησε πολιτική κρίση.

Στη δεύτερη περίπτωση: καθορισμός της διαδήλωσης από τους μπολσεβίκους, αναστολή της ύστερα από το απειλητικό τελεσίγραφο και την ανοιχτή απαγόρευση από μέρους του συνεδρίου των Σοβιέτ και γενική διαδήλωση της 18 του Ιούνη, που έδωσε την ολοφάνερη υπεροχή στα μπολσεβίκικα συνθήματα.

Η πολιτική κρίση, όπως ομολόγησαν οι ίδιοι οι εσέροι και οι μενσεβίκοι το βράδυ της 18 του Ιούνη, θα ξεσπούσε ασφαλώς, αν δεν την ανέκοβε η επίθεση στο μέτωπο.

Η τρίτη κρίση ξεσπάει αυθόρμητα στις 3 του Ιούλη, παρά τις προσπάθειες των μπολσεβίκων στις 2 του Ιούλη να τη συγκρατήσουν, κι’ αφού στις 4 του Ιούλη έφτασε στο κατακόρυφο, οδηγεί στις 5 και 6 στο απόγειο της αντεπανάστασης. Οι ταλαντεύσεις των εσέρων και μενσεβίκων βρίσκουν την εκδήλωσή τους στο ότι η Σπυριντόνοβα και πολλοί άλλοι εσέροι τάσσονται υπέρ του περάσματος της εξουσίας στα Σοβιέτ και με το ίδιο πνεύμα εκφράζονται οι μενσεβίκοι-διεθνιστές, που προηγούμενα ήταν αντίθετοι σ’ αυτό.

Τέλος, το τελευταίο και ίσως το πιο διδακτικό συμπέρασμα που βγαίνει από την εξέταση των γεγονότων στην αλληλουχία τους είναι ότι και οι τρεις κρίσεις μας παρουσιάζουν μια ορισμένη, καινούργια για την ιστορία της επανάστασης μας, μορφή διαδήλωσης, πιο σύνθετου τύπου, με κυματοειδή κίνηση, με γρήγορη άνοδο και απότομη ύφεση, με όξυνση της επανάστασης και της αντεπανάστασης, με «εκτόπιση» των μεσαίων στοιχείων για λίγο πολύ μακρόχρονο διάστημα.

Στη διάρκεια και των τριών αυτών κρίσεων το κίνημα είχε τη μορφή της διαδήλωσης. Αντικυβερνητική διαδήλωση αυτός θα ήταν, τυπικά, ο πιο ακριβολογημένος χαρακτηρισμός των γεγονότων. Μα εδώ ακριβώς βρίσκεται η ουσία, πως δεν πρόκειται για μια συνηθισμένη διαδήλωση: είναι κάτι πολύ περισσότερο από διαδήλωση και λιγότερο από επανάσταση. Είναι έκρηξη επανάστασης και αντεπανάστασης μαζί, είναι έντονη, πότε-πότε σχεδόν ξαφνική «εκτόπιση» των μεσαίων στοιχείων, λόγω της ορμητικής εμφάνισης των προλεταριακών και αστικών στοιχείων.

Είναι πολύ χαρακτηριστικό απ’ αυτή την άποψη το ότι όλα τα μεσαία στοιχεία κατηγορούν για καθένα απ’ αυτά τα κινήματα και τις δυο συγκεκριμένες ταξικές δυνάμεις, και την προλεταριακή και την αστική. Κοιτάξτε τους εσέρους και τους μενσεβίκους: σκίζονται και ωρύονται πως οι μπολσεβίκοι με τις ακρότητες τους βοηθάνε την αντεπανάσταση και ταυτόχρονα δεν παύουν να ομολογούν πώς -οι καντέτοι (με τους όποιους είναι συνασπισμένοι στην κυβέρνηση) είναι αντεπαναστάτες. «Να περιχαρακωθούμε έγραφε χθες η «Ντιέλο Ναρόντα» μ’  ένα βαθύ χαντάκι απ’ όλα τα στοιχεία της δεξιάς μέχρι την πολεμοχαρή «Γεντίνστβο» (πού στις εκλογές, προσθέτουμε εμείς, οι εσέροι κατέβηκαν σε συνασπισμό μαζί της) αυτό είναι το άμεσο καθήκον μας».

Συγκρίνετε τα παραπάνω με τη σημερινή «Γεντίνστβο» (7 του Ιούλη), όπου στο κύριο άρθρο ο Πλεχάνοφ υποχρεώνεται να διαπιστώσει ένα αναμφισβήτητο γεγονός, και συγκεκριμένα ότι τα Σοβιέτ (δηλ. οι εσέροι και οι μενσεβίκοι) πήραν πίστωση «δύο εβδομάδες για να σκεφθούν» κι ότι, αν η εξουσία περάσει στα Σοβιέτ, αυτό «θα ισοδυναμούσε με νίκη των λενινιστών». «Αν οι καντέτοι δεν ακολουθούν τον κανόνα: όσο χειρότερα τόσο καλύτερα, -γράφει ο Πλεχάνοφ- θα υποχρεωθούν να ομολογήσουν οι ίδιοι ότι έκαναν μεγάλο λάθος» (αποχωρώντας από την κυβέρνηση), «διευκολύνοντας έτσι το έργο των λενινιστών».

Δεν είναι λοιπόν αυτό χαρακτηριστικό; Τα μεσαία στοιχεία κατηγορούν τους καντέτους ότι διευκολύνουν τη δουλειά των μπολσεβίκων, και τους μπολσεβίκους ότι διευκολύνουν τη δουλειά των καντέτων! Είναι δύσκολο λοιπόν να μαντέψει κανείς ότι, αν αντικαταστήσουμε τους πολιτικούς όρους με ταξικούς, θα έχουμε τότε τα ονειροπολήματα των μικροαστών για εξαφάνιση της ταξικής πάλης ανάμεσα στο προλεταριάτο και στην αστική τάξη; Τα παράπονα των μικροαστών για την ταξική πάλη του προλεταριάτου με την αστική τάξη; Είναι δύσκολο λοιπόν να μαντέψει κανείς ότι κανενός είδους μπολσεβίκοι δεν θα ήταν σε θέση να «προκαλέσουν» όχι τρία, μα ούτε και ένα «λαϊκό κίνημα», αν βαθύτατες οικονομικές και πολιτικές αίτιες δεν έβαζαν σε κίνηση το προλεταριάτο; Ότι κανένα είδος καντέτοι και μοναρχικοί μαζί δεν θα ήταν σε θέση να προκαλέσουν οποιοδήποτε κίνημα «από τα δεξιά», αν εξίσου βαθιές αίτιες δεν δημιουργούσαν την αντεπαναστατικότητα της αστικής τάξης σαν τάξης;

Για το κίνημα της 20-21 του Απρίλη έβρισαν κι’ εμάς και τους καντέτους για έλλειψη υποχωρητικότητας, για ακρότητες, για  όξυνση της κατάστασης, έφτασαν σε σημείο μάλιστα να κατηγορούν τους μπολσεβίκους (όσο ανόητο κι’ αν είναι αυτό) για τους πυροβολισμούς της λεωφόρου Νιέβσκι, κι’ όταν το κίνημα τέλειωσε οι ίδιοι οι εσέροι και οι μενσεβίκοι έγραφαν στο ενιαίο και επίσημο όργανό τους, την «Ισβέστιγια», ότι το «λαϊκό κίνημα» «σάρωσε τους ιμπεριαλιστές Μιλιουκόφ και άλλους», δηλαδή εξυμνούσαν το κίνημα! Δεν είναι λοιπόν αυτό χαρακτηριστικό; Δεν δείχνει μήπως αυτό ολοκάθαρα ότι οι μικροαστοί δεν καταλαβαίνουν το μηχανισμό, την ουσία της ταξικής πάλης του προλεταριάτου ενάντια στην αστική τάξη;

H αντικειμενική κατάσταση έχει ως έξης: η τεράστια πλειοψηφία του πληθυσμού της χώρας είναι μικροαστική από την άποψη των συνθηκών της ζωής της κι ακόμη περισσότερο από την άποψη των ιδεών της. Στη χώρα όμως βασιλεύει το μεγάλο κεφάλαιο, και βασιλεύει πριν απ’ όλα μέσω των τραπεζών και των  καπιταλιστικών συνδικάτων. Στη χώρα υπάρχει το προλεταριάτο των πόλεων, αρκετά αναπτυγμένο, για να ακολουθήσει το δικό του δρόμο, ανίκανο όμως ακόμη να τραβήξει αμέσως με το μέρος του την πλειοψηφία των μισοπρολετάριων. Απ’ αυτό το  βασικό, ταξικό γεγονός απορρέει το αναπόφευκτο τέτοιων κρίσεων, όπως είναι οι τρεις κρίσεις πού μελετούμε, καθώς και οι μορφές τους.

Στο μέλλον οι μορφές των κρίσεων μπορούν φυσικά να αλλάξουν, η ουσία όμως θα παραμείνει, λ.χ. στην περίπτωση που τον Οχτώβρη θα συνέλθει η εσέρικη Συντακτική Συνέλευση. Οι εσέροι υποσχέθηκαν στους αγρότες: (1) κατάργηση της ατομικής ιδιοκτησίας της γης, (2) παραχώρηση της γης στους εργαζόμενους, (3) δήμευση της γης των τσιφλικάδων και παραχώρησή της στους αγρότες χωρίς αποζημίωση. H πραγματοποίηση αυτών των μεγάλων μετασχηματισμών είναι απολύτως αδύνατη, αν δεν  παρθούν τα πιο αποφασιστικά επαναστατικά μέτρα ενάντια στην αστική τάξη, κι’ αυτό μπορεί να γίνει μόνο με τη συνένωση της φτωχής αγροτιάς με το προλεταριάτο, μόνο με την εθνικοποίηση των τραπεζών και των καπιταλιστικών συνδικάτων.

Οι ευκολόπιστοι αγρότες, που πίστεψαν για ένα διάστημα πως μπορούν να πετύχουν τα θαυμάσια αυτά πράγματα αν έλθουν σε συμβιβασμό με την αστική τάξη, θα απογοητευτούν αναπόφευκτα και …«θα δυσφορήσουν» (για να το πούμε μαλακά) από την έντονη ταξική πάλη του προλεταριάτου ενάντια στην αστική τάξη για την πραγματοποίηση των εσέρικων υποσχέσεων. Έτσι γινόταν, έτσι και θα γίνεται.